Πέμπτη 12 Αυγούστου 2010

How conservatives won the heart of America...

Για την κλασική Μαρξιστική πολιτική οικονομία οι καπιταλιστικά προηγμένες χώρες αποτελούν τον καθρέφτη στον οποίον οι υπόλοιπες μπορούν να δουν το δικό τους μέλλον. Οι εκεί επικρατούσες  σχέσεις παραγωγής απορρέουν από  τον βαθμό εξέλιξης  των παραγωγικών δυνάμεων και ο καπιταλιστικός τους  χαρακτήρας  τεκμαίρεται από τον ρόλο της αστικής τάξης ως ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής.  Ανεξάρτητα από τη αποδοχή ή όχι της παραπάνω θέσης, η συστηματική μελέτη των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων σε χώρες πιο προηγμένου και ώριμου καπιταλισμού μπορεί να αποτελέσει τόσο πηγή άντλησης πολύτιμων συμπερασμάτων όσο  και σημείο εύρεσης αναλογιών  για οικονομίες και κοινωνίες που βρίσκονται σε φάση μετάβασης. Βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής ζωής των ΗΠΑ είναι η ευρεία στήριξη που παρέχουν οικονομικά ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. 



Η πρώτη ανάγνωση της εκλογικής αυτής πραγματικότητας δεν μπορεί παρα να οδηγήσει στον εντοπισμό μιας θεμελιώδους αντίφασης στο μέτρο που ο παραδοσιακός διαχωρισμός μεταξύ συντηρητικών και προοδευτικών κομμάτων γίνεται στην βάση των οικονομικών, ταξικών συμφερόντων. Η βιωμένη αυτή αντίφαση επιπροσθέτως θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν αποτελεί μια νομοτελειακή ιδιαιτερότητα των ΗΠΑ αλλά έχει αναδυθεί εντονότερα τα τελευταία χρόνια και είναι υπαρκτή ανεξαρτήτως του θετικού για τους δημοκρατικούς εκλογικού αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2008. Η πολιτεία που τίθεται κάτω από το μικροσκόπιο του συγγραφέα Thomas Frank δεν είναι άλλη από την γενέτειρα του το Κάνσας, υπερσυντηρητικό προπύργιο, το οποίο τα τέλη του προηγούμενο 19ου αιώνα ήταν κοιτίδα πολυποίκιλων ριζοσπαστικών μορφωμάτων ενώ κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα αποτέλεσε ενεργή πρωτοπορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ με υψηλά επίπεδα συμμετοχής των εργαζομένων σε συνδικαλιστικά σωματεία.
Κεντρικό σημείο πίσω από την μεταστροφή αυτή και την παραδοξότητα της στήριξης των Ρεπουμπλικάνων από μάζες εργαζομένων απέναντι στα ίδια τους τα οικονομικά συμφέροντα είναι η ανάδυση σαν κυρίαρχος αυτοπροσδιοριστικός παράγοντας σημείων πολιτικής που εντάσσονται στον γνωστό και πολυθρύλητο πόλεμο των πολιτισμών (culture war) στις ΗΠΑ. Τα γνωστότερα σημεία της καθοριστικής για το εκλογικό αποτέλεσμα των προεδρικών του 2004 πολιτιστικής διαμάχης είναι η πολεμική απέναντι στο δικαίωμα στην άμβλωση και η άρνηση της δαρβινικής εξελικτικής θεωρίας με τους υποστηρικτές τους να υιοθετούν την τακτική της θυματοποίησης τους από  μια θολή, ακαθόριστη αλλά πανίσχυρη φιλελεύθερη διανόησης που νοθεύει την ‘γνήσια’ αμερικανική ταυτότητα.
Το ζητούμενο όμως δεν είναι η απλή περιγραφή του χιλιοειπωμένου πόλεμου των πολιτισμών αλλά η ανάλυση των αιτιών πίσω απο αυτόν, δηλαδή ο εντοπισμός και ανάδειξη της μετακίνηση του άξονα ταύτισης από την υλικό στο μεταϋλιστικό επίπεδο σαν την κυρίαρχη αιτία πίσω απο την εκλογική υποχώρηση των δημοκρατικών. Η στροφή στον μεταϋλισμό σαν αφετηριακό σημείο κοινωνικής ανάλυσης έχει μακρά διαδρομή αλλά η ενσωμάτωση του απο τα προοδευτικά κόμματα και η τοποθέτηση του στον πυρήνα των πολιτικών τους  αποτελεί σχετικά πρόσφατη και σύνθετη ιστορία. Η μετατόπιση της διαχωριστικής γραμμής από δεξιά και αριστερά σε πρόοδος και συντήρηση αντανακλά την μετατόπιση από τον διαχωρισμό στο επίπεδο της οικονομικής βάσης (τάξεις) στον διαχωρισμό στην βάση δευτερευουσών αντιφάσεων που εντάσσονται σε αυτό που η μαρξιστική ανάλυση σκιαγραφεί σαν υπεροικοδόμημα  και εξηγεί την όχι μόνο στις ΗΠΑ προαναφερθείσα εκλογική αντίφαση. Ο Thomas Frank χωρίς να μπαίνει σε βάθος εντοπίζει αυτήν την στροφή στην εγκατάλειψη από μεριάς Δημοκρατικού κόμματος πολιτικών υπέρ του πόλου της εργασίας που αποτελούσαν κληρονομιά της δεκαετίας του ’30. Ίσως χαρακτηριστικότερη τέτοια περίπτωση είναι η απορύθμιση του τραπεζικού συστήματος το 1999  επί προεδρίας Κλίντον με την κατάργηση της πράξης Glass-Steagall  και του σαφούς διαχωρισμού επενδυτικών και εμπορικών τραπεζών που επέβαλε. Το τελευταίο για αρκετούς οικονομολόγους έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τωρινή παγκόσμια οικονομική κρίση.
Η μεταστροφή αυτή και η ανάδυση των μεταϋλιστικών ταυτίσεων είναι στοιχείο  μιας πολιτικής διαδικασίας που αφήνει στην άκρη τα μεγάλα διακυβεύματα και επικεντρώνεται στην πολιτική της καθημερινότητας. Η τελευταία είναι συσχετισμένη με το ακαδημαϊκό έργο του Anthony Giddens και σε επίπεδο πρακτικής πολιτικής με τον Τρίτο Δρόμο του Blair και ουσιαστικά δεν είναι τίποτα άλλο από την αποδοχή του ιδεολογήματος του τέλους της ιστορίας. Η εισαγωγή της αχρονικότητας και η περιστολή της προόδου σαν καθολική κοινωνική διαδικασία αναγάγει την διαχείριση σε μόνο παράγοντα πολιτικής.
Η λύση  της εκλογικής αντίφασης δεν μπορεί να προέλθει παρά από την επαναφορά στο κεντρικό πεδίο της πολιτικής των ζητημάτων της οικονομικής βάσης όχι όμως στην λογική της καθολικής αποδοχής του υπάρχοντος συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα στον πόλο της εργασίας και του κεφαλαίου αλλά υπέρ της ανατροπής του.
Τέλος μια πιθανή κριτική στην θέση ότι η ταύτιση στο οικονομικό επίπεδο και η ανάδειξη αυτών των θεμάτων από πλευράς προοδευτικών κομμάτων μπορεί να επαναθεμελίωση την διαρυγμένη κοινωνική συμμαχία με τα λιγότερα ευνοημένα στρώματα και να αποτελέσει την βάση της επανόδου της σοσιαλδημοκρατίας στο προσκήνιο είναι η μεταδομιστική ανάγνωση περί πολλαπλών ταυτοτήτων και των αναδυόμενων μεταμοντέρνων ανησυχιών στην βάση των σεξουαλικών διακρίσεων, των διακρίσεων φύλου, εθνικότητας κτλ. Το σύνολο των τελευταίων είναι απότοκα ακριβώς της μη ταύτισης στην οικονομική σφαίρα που γεννά διαφοροποιήσεις ενώ η ταύτιση στην σφαίρα της οικονομίας δρα σαν υπερκαθοριστικός παράγων, σαν κυρίαρχο σημαίνον κατά Λακάν γύρω από το οποίο οι πολλαπλές ταυτότητες δύναται να εγγραφούν/αγκυροβολήσουν χωρίς όμως να περισταλούν και να καταπιεστούν.


Δεν υπάρχουν σχόλια: